Ο τραγικός θάνατος της Φλωρέζας Καρυστινού Γράφει ο Επαμεινώνδας Δημ. Λογοθέτης
Οι γονείς του Λευτέρη (112) info και του αδελφού του, Λινάρδου (111), ο Γιαννάκης Καρυστινός και η με το ίδιο επίθετο σύζυγος του Φλωρέζα (11), παρουσίαζαν υψηλού βαθμού διανοητική και πνευματική ανεπάρκεια (αβελτηρία). Κατοικούσαν στους Κατακαλαίους. Από τους Κατακαλαίους και από τ’Απροβάτου φαίνεται πως κατάγονται όλοι οι με το όνομα «Καρυστινός» κάτοικοι στην Ανδρο. Την περιγραφή για την παρακάτω περιπέτεια του Γιαννάκη και του τραγικού θανάτου της Φλωρέζας, έχω ακούσει από τη μητέρα μου, στην οποία την αφηγήθηκε λεπτομερώς η θεία της η Ελένη (12) #1858, η δεύτερη σύζυγος του Σταμάτη Αθανασίου Χαζάπη (124) #1867 info και αδελφή της Φλωρέζας. Το ζεύγος Χαζάπη είχε αναλάβει όπως ήδη ανέφερα, την προστασία της ανήλικης τότε μητέρας μου και κόρης του ανιψιού των, Γιαννούλη Μιχαήλ Γιαλούρη (1222) #2937 info, όταν έμεινε ορφανή από μητέρα σε ηλικία δεκατεσσάρων ετών. Όλα συνέβησαν κάποια φθινοπωρινή μέρα, που ο Γιαννάκης και η Φλωρέζα αποφάσισαν να πάνε στον ποταμό, τ’Αχλα, για να κόψουν ξύλα από τα πλατάνια, που αφθονούσαν εκεί, κι’είχαν μεγάλα σε μήκος χοντρά κλαδιά. Σαν έφθασαν εκεί, άρχισαν να κόβουν ένα πλατανόκλαδο. Διαπίστωσαν όμως ότι το πριόνι τους δεν έκοβε και «μάγκωνε» ανάμεσα στο χλωρό κλαρί… Για να διευκολυνθεί η κοπή του κλαδιού, ο Γιαννάκης πρότεινε στη Φλωρέζα να το καβαλήσει και να καθήσει στην άκρη του. Ετσι, σαν κάθισε η Φλωρέζα, ο Γιαννάκης άρχισε πάλι να το πριονίζει χωρίς βέβαια μεγάλη δυσκολία. Τότε η Φλωρέζα τον ρώτησε:
- Κόβει Γιαννάκη;
Και αυτός πριονίζοντας της απαντάει…
- Ρουφιός!...
Υστερα όμως από λίγο, το κλαδί, που ήταν μισοκομμένο, λύγισε από το βάρος της Φλωρέζας και καθώς η άτυχη γυναίκα ήταν καθισμένη στην άκρη του, βρέθηκε μετέωρη πάνω από τον γκρεμό. Τότε άρχισε να φωνάζει στο Γιαννάκη πως θα σκοτωθεί… Αυτός όμως ψύχραιμα της παρήγγειλε:
- Αγάντα Φλωρέζα κι’έρχομαι…
Προφανώς εννοούσε ότι θα την έπιανε, όταν θα κατέβαινε στο ρέμα ή κάτω από τον πλάτανο. Μέχρι να κατέβει ο Γιαννάκης στο ποτάμι, η Φλωρέζα έχασε τις δυνάμεις της κι’έπεσε με το κεφάλι της πάνω σένα μεγάλο ογκόλιθο του ποταμού. Αιμόφυρτη και πεθαμένη πια, προφανώς από τα συντριπτικά κατάγματα της κεφαλής, την βρήκε ο Γιαννάκης. Τότε άρχισε να φωνάζει, γι’αυτό που αντίκρισε και να καλεί σε βοήθεια τους γεωργούς και βοσκούς της γειτονικής περιοχής. Με τη βοήθεια τους την ανέβασαν από το ποτάμι και την μετέφεραν νεκρή στο χωριό. Φυσικά για να δοθεί άδεια ενταφιασμού της έπρεπε να εξακριβωθούν τα αίτια θανάτου της. Η Χωροφυλακή κάλεσε τον Γιαννάκη σε ανάκριση για εξακρίβωση των όσων έγιναν και όπως παραπάνω περιγράφονται, χωρίς συνείδηση της ευθύνης του γι’αυτά. Κατόπιν αυτών θεωρήθηκε πρόξενος θανάτου εξ αμελείας και προφυλακίστηκε, για να παραπεμφθεί στο αρμόδιο στη Σύρα(1) δικαστήριο. Με συνοδεία χωροφύλακα τον κατέβασαν στις Πλακούρες και τον έκλεισαν στ’αμπάρι ενός καϊκιού με προορισμό της Σύρα. Όταν όμως το καΐκι βγήκε από το λιμάνι ο καιρός αγρίεψε απότομα και το καΐκι επέστρεψε στις Πλακούρες. Εκεί βέβαια έβγαλαν τον Γιαννάκη από το αμπάρι και τον οδήγησαν πάλι στο κρατητήριο της Χωροφυλακής. Βγαίνοντας ο Γιαννάκης ανεφώνησε έκπληκτος:
- Μωρ’για και στη Σύρα Πλακούρες και στην Αντρο Πλακούρες!…
Βλέποντας κατόπιν τον Γιάννη τον Τσατσόμοιρο (Πλάκα), που είχε το Μονοπώλιο (αλάτι, σπίρτα, πετρέλαιο) στις Πλακούρες, κάτω από τα Μπειρικέικα και ο οποίος παρακολουθούσε το ξεμπαρκάρισμα του Γιαννάκη, φώναξε:
- Μωρ’για και στη Σύρα Πλάκας και στην Ανδρο Πλάκας!...
Μεταφέρθηκε βέβαια αργότερα και στη Σύρα, όπου δικάστηκε και απαλλάχτηκε λόγω της μεγάλης του πνευματικής καθυστέρησης.
_____________________________________ (1) Ερμούπολη Σύρου
|
|