Ο Παπανικόλας ήταν και ποιητής. Το ύφος των ποιημάτων του ήταν ως επί το πλείστον ίδιο με το παρακάτω ποίημα, το οποίο προσέφερε στο πρωτότυπο ο κος Νικόλαος Αντώνογλου:
|
Στον αγαπητό Αντώνη Στέλλω μερικά στιχάκια Και του γράφω να προσέχει Όταν φτιάχνει αβγουλάκια.
Να τα φάνε οι φαγάδες Να γιομίσουν το στομάχι Θάρρος στη δουλειά σου πάντα Να βαδίζεις όπως λάχει.
Δια γράμματα και τέχνες Μη στενοχωριέσαι Αντώνη Χρήματα πολλά να κάνεις Αυτό είναι το τιμόνι
Πότε θα’λθεις στην πατρίδα Και θα κάνεις εργασία Εύχομαι στον Αη Γιώργη Να’μαι εις την εκκλησία
Πόσες φορές σε θυμούμαι Που μου δίπλωνες τα ρούχα Μέσα δε απ’την ψυχή μου Τι χαρά μεγάλη που’χα.
Ελεγα ίσως μια μέρα Να τον κάνουμε παπά Αφού και τον Αη Γιώργη Τόσο πολύ αγαπά
Νέος στη δουλειά εβγήκες Θάρρος να μη δηλιάς Να σέβεσαι όλοι τις μεγάλοι Σαν μιλούν, να μη μιλάς.
|
Πάντα πρόθυμος να είσαι Και ποτέ σου δε θα χάσεις Την πατρίδα σου Αντώνη Να θυμάσαι, μη ξεχάσεις.
Φεύγουνε απ’το χωριό μας Γραμμή πάνε στην Αθήνα Είναι βλέπεις και ετούτο Της ζωής μας η ρουτίνα.
Νέα το χωριό ωραία Ο χειμώνας θα αρχίσει Η παπαδιά μες το ντουλάπι Θα μπει όταν θα βροντίσει.
Ετσι ειν’ η ζωή παιδί μου Ας ευχόμεθα υγεία Αης Γιώργης στο πλευρό σου Και η καλή μας Παναγία.
Γλυκομίλητος να είσαι Πάντοτε με τους πελάτες Και οι τσέπες σου θα είναι Με δολάρια γεμάτες.
Εχομε Σεπτέμβρη μήνα Κι’όμως τσιτσιρίζει η ζέστη Χαιρετίσματα στις θείοι Να’ρθουν το Χριστός Ανέστη.
Στο Δημήτρη, την Τασία Στο Σταμάτη στη Ρετζίνα Τα παιδιά και τα εγγόνια Πάντα να περνάτε φίνα.
|
Στο μπαμπά σου στη μαμά σου Ο Θεός χαρά να δίνει Πάντα να καλοπερνάτε Πες τ’αφέντη σου να μην πίνει
Η γιαγιά σου η Μαγερίνα Κάνει βόλτες σαν τη σβούρα Και στην εκκλησία πρώτη Στην καρέκλα ντούρα ντούρα.
Η γιαγιά σου η Μαρούλα Πάντα είναι χοντροκώλα Τώρα λέει πως θ’αρχίσει Να μην τρώει από όλα.
Ο παππούς σου ο Μιχάλης Πολεμά ότι μπορέσει Και κοιτάζει τη γιαγιά σου Για να ιδεί αν της αρέσει.
Αν ρωτάς για μας Αντώνη Τον παπά και παπαδιά Τώρα που’χουμε γεράσει Με πετά μες τη γωνιά.
Να’χετε όλοι την ευχή μου Πρόοδο στην εργασία Και ποτέ δε σας ξεχνάω Εύχομαι στην εκκλησία.
Πάλι με καλό να ρ’θείτε Στο ωραίο μας χωριό Και ν’αρχίσετε εκ νέου Το καλό νοικοκυριό.
|
Εύχομαι μια καλή τύχη Να’χει και η Μαρουλίτσα Μα και όλα του χωριού μας Τα καλά μας τα κορίτσια.
Τελειώνοντας τους στίχους Την ευχή μου θα σου δώσω Οταν έλθει εκείνη η ώρα Εγώ να σε στεφανώσω.
Εύχομαι οι εργασίες Να πηγαίνουνε καλά Πολλά κέρδη να’χετε όλοι Και να βγάζετε πολλά.
Πολλά έγραψα Αντώνη Φυλακτό να τα κρεμάσεις Οπως λέω παραπάνω Ποτέ να μη μας ξεχάσεις.
Σας εύχομαι Σας χαιρετώ Με αγάπη, Παπανικόλας
|
Το παραπάνω ποίημα απευθύνεται στον Μάγειρο Αντώνιο του Ευαγγέλου (162) ο οποίος ξενιτεύτηκε στην Αμερική για να ανοίξει εστιατόριο. Η ορθογραφία του κειμένου έχει προσαρμοστεί από εμένα στους νέους κανόνες της δημοτικής για να είναι πιο κατανοητό, αλλά οι ιδιωματισμοί (π.χ. «Να σέβεσαι όλοι τις μεγάλοι» έχουν παραμείνει. Το ποίημα αυτό είναι καθρέφτισμα της ψυχής ενός καλού και αγαθού Λευίτη ο οποίος έβλεπε όλους τους χωριανούς σαν παιδιά του. Η οικειότητα που εισάγει στο ύφος της γραφής του κάνει τα λόγια του πιο ευπρόσδεκτα για τον αναγνώστη τους ο οποίος του ανοίγει την καρδιά του διάπλατα. Οι ευχές του για να πιάσουν τόπο είναι βέβαιο ότι αντιστοιχούσαν και σε προσευχές του προς τον Αη Γιώργη και την Παναγία στους οποίους πίστευε βαθύτατα. Πέρα όμως από το απλοϊκό γράψιμο - και ας μη παραβλέπουμε το γεγονός ότι ο άνθρωπος δεν ήταν φιλόλογος, είχε μόνο στοιχειώδη μόρφωση, και έγραφε αποκλειστικά για το κέφι του - διακρίνουμε και στοιχεία τόσο πρωτότυπα όσο και ενδιαφέροντα: «Να’ρθουν το Χριστός Ανέστη» αντί για «Να’ρθουν το Πάσχα» ή «Αυτό είναι το τιμόνι» αντί για «Αυτός είναι ο προορισμός» για να διατηρηθεί η ομοιοκαταληξία. Επιγραμματικά, ο Παπανικόλας ήταν ένας ήρεμος, τρυφερός, γλυκομίλητος και χαμογελαστός άνθρωπος, και μετέδιδε μια αύρα στοργής, αγάπης και συμπόνιας στο ποίμνιο του. Ολοι τον θυμόμαστε με συγκίνηση και μόνο καλές σκέψεις έρχονται στο μυαλό μας…
Νικολός Εξαδάκτυλος
Σημ. Ασχετα με τα παραπάνω θέλω να προσθέσω ότι η φύση τον προίκισε και με τεράστια μυϊκή δύναμη που τον κατέτασσε άνετα στους πιο δυνατούς ανθρώπους που έζησαν ποτέ στο χωριό. |
|
Εν Στενιαίς Ανδρου τη 26η Σεπτεμβρίου 1972.
Αγαπητέ Αντώνη, χαίρε και υγίαινε μαζί με τους γονείς σου, θείους σου, εξαδέλφια και λοιπούς συγγενείς. |